Διάβασα παλαιότερα ένα βιβλίο, δεν θυμάμαι ποιο, ο ήρωας του οποίου περιδιάβαινε την παλιά του γειτονιά σαν χαμένος. Ο εκσυγχρονισμός είχε ρίξει παλιές πολυκατοικίες, πάρκα εξαφανίσθηκαν και άλλα εμφανίσθηκαν σε διαφορετικά σημεία. Περπατώντας, μεσήλικας πια, αστε εμείς; Χωρίς σταθερά σημεία και τις αναμνήσεις που προκαλούν αισθανόμαστε ξένοι στην ίδια μας την πόλη».
Ο ήρωας του βιβλίου ήρθε συνειρμικά στο μυαλό μου, πριν λίγες μέρες, όταν πέρασα πάλι από την πρώην πλατεία Διοικητηρίου, τη φημισμένη πλατεία των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων που η σημερινή της κατάσταση πληγώνει. Εγκατάλειψη και αρχαιότητες, χωρίς δυνατότητα επίσκεψης, συναντούν οι διαβάτες και βλέπουν καθημερινά οι περίοικοι.
Δυστυχώς, παράλληλα, φαίνεται να έχει χαθεί και μια σημαντική ευκαιρία, για να αναπλασθεί η πλατεία και να αναδειχθούν οι αρχαιότητες.
Η αρχή είχε γίνει την Άνοιξη του 2013 όταν σε σύσκεψη σε παρακείμενο ξενοδοχείο εκπροσώπων από το Υπουργείο Πολιτισμού, τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων και το Δήμο Θεσσαλονίκης αποφασίσθηκε να γίνουν οι αρχικές ενέργειες, ώστε το έργο της Ανάπλασης της Πλατείας να αρχίσει να «παίρνει σάρκα και οστά».
Έτσι, η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων (Γ.Γ.Δ.Ε.) εξασφάλισε τη χρηματοδότηση, ενώ το Υπουργείο Πολιτισμού συμφώνησε στην κατασκευή ενός στεγάστρου μεγάλου, για να αναδειχθούν οι αρχαιότητες και πάνω σ’ αυτό να κατασκευασθεί μια πλατεία, κατά προτίμηση με χρησιμοποίηση των παλαιών μαρμάρων , τα οποία φρόντισε να γλυτώσει από την καταστροφή ο Διοικητηριώτης Γιώργος Λυσσαρίδης.
Τη 14η Νοεμβρίου 2013,μάλιστα, υπεγράφη μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του Δήμου Θεσσαλονίκης και της κρατικής εταιρείας Εγνατία Οδός ΑΕ που εποπτεύεται από την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων, για την υλοποίηση της εκπόνησης της μελέτης.
Σήμερα, ο φόβος της απώλειας της χρηματοδότησης είναι έντονος και δεν γνωρίζουμε τις ενέργειες στις οποίες έχουν προβεί τόσο ο Δήμος, όσο και η Εγνατία Οδός για να αποτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Όλοι εμείς οι Διοικητηριώτες, που ζήσαμε ωραία χρόνια στην περιοχή με χαρές, λύπες, φιλίες, όνειρα και έρωτες, αλλά και όσοι Θεσσαλονικείς θέλουν η πόλη μας να διαθέτει άγκυρες αναμνήσεων, ζητούμε άμεσα απαντήσεις και χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου.
Παράλληλα, προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η παλαιότερη πρότασή μου, ο Δήμος Θεσσαλονίκης να δημιουργήσει ένα πλέγμα μικρών Μουσείων μέσα στα ιστορικά σχολικά συγκροτήματα της πόλης, από τα οποία αποφοιτήσαμε πολλοί Θεσσαλονικείς, ιδιαίτερα οι μεσήλικες, μεταξύ των οποίων τα 2ο,4ο, 5ο και Πειραματικό. Σε συνεργασία με τους δραστήριους συλλόγους αποφοίτων να συγκεντρωθεί υλικό, το οποίο με την κατάλληλη επιστημονική επεξεργασία θα μπορούσε να παρουσιασθεί με τρόπο που να αναδεικνύει την ιστορία της πόλης για σχεδόν έναν αιώνα.
Εναλλακτικά προτείνω τη δημιουργία μόνο ενός Μουσείου στη Στοά του Αγίου Μηνά, τμήμα της οποίας ανήκε στον Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων (Ο.Σ.Κ.) και προσφάτως μετεβιβάσθη στο ΤΑΙΠΕΔ.
Υπάρχει μάλιστα ομόφωνη απόφαση, από τον Απρίλιο του 2013, του Δ.Σ. της Ο.Σ.Κ. που πάλι εποπτευόταν από την Γ.Γ.Δ.Ε. «να προχωρήσει ο οργανισμός σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να επιτευχθεί η επιτυχής και βιώσιμη αξιοποίηση του ακινήτου της ΟΣΚ ΑΕ στον Άγιο Μηνά Θεσσαλονίκης, με παράλληλη ανάδειξη του ιστορικού Ιερού Ναού. Το ακίνητο με τη στοά Αγίου Μηνά βρίσκεται στην καρδιά του εμπορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, έχει ιδιαίτερη αρχιτεκτονική αξία και σημαίνουσα θέση στον πολεοδομικό ιστό της πόλης. Η αξιοποίηση του ακινήτου στον Άγιο Μηνά Θεσσαλονίκης αποτελεί σημαντική προτεραιότητα για το ΔΣ της ΟΣΚ ΑΕ, αλλά και για τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων. Οι στρατηγικές επιλογές της ΟΣΚ ΑΕ για την αξιοποίηση των ακινήτων έχουν δύο κατευθύνσεις: είτε αυτά να αποδοθούν για κοινόχρηστη χρήση προς όφελος των τοπικών κοινωνιών είτε να αποφέρουν έσοδα στον οργανισμό, τα οποία θα αξιοποιηθούν για την κατασκευή σχολείων. Το ακίνητο του Αγίου Μηνά -λόγω της θέσης και της επιφάνειάς του- έχει δυνατότητες να αναπτυχθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποφέρει σημαντικά έσοδα στον οργανισμό. Η ΟΣΚ ΑΕ θα εξετάσει όλες τις εμπορικές δυνατότητες και χρηματοοικονομικές επιλογές για την πλέον αποτελεσματική αξιοποίηση του ακινήτου ».
Να, λοιπόν, ένα άλλο πεδίο «δόξης λαμπρό» για το Δήμο Θεσσαλονίκης.
Να δημιουργήσει, δηλαδή, άλλη μια «άγκυρα αναμνήσεων στην πόλη».