– Με ποιο άθλημα ασχολείστε κυρίως κ. Σιμόπουλε;
Από μικρό παιδί, από την πλατεία των Αγίων Αποστόλων πάνω από το Βαρδάρη και τα μάρμαρα της πλατείας Διοικητηρίου, το ποδόσφαιρο είναι μέσα στην καρδιά μου.Τη δεκαετία του ‘80 μάλιστα έπαιξα και στον Τρίτωνα Βόλβης στην Α΄ Ερασιτεχνική, ενώ πέρασα και από τα διοικητικά συμβούλια του Μακεδονικού και του ΠΑΟΔ. Ποδοσφαιράνθρωπος είμαι, λοιπόν, αλλά παρακολουθώ από τηλεοράσεις και άλλα αθλήματα, κυρίως στίβο και μπάσκετ.
– Να ρωτήσω τι ομάδα είστε;
Καλά κάνετε, διότι συνήθως όποιοι «κάνουν» πολιτική αρνούνται να απαντήσουν ή απαντούν λέγοντας ότι υποστηρίζουν την Εθνική Ελλάδος ή ακόμη – ακόμη ότι ο πατέρας τους ήταν Ηρακλής, οι ίδιοι Άρης και τα εγγόνια τους ΠΑΟΚ. ΠΑΟΚ είμαι από τα γεννοφάσκια μου και δεν το κρύβω.Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60, που με πήγε στην Τούμπα ο θείος μου ο Θανάσης έως και σήμερα με αυτή την ομάδα έζησα μεγάλες χαρές και λύπες.
– Θυμάστε μερικές;
Βεβαίως, από τις λύπες θυμάμαι που χάσαμε το κύπελλο από τον Άρη στο Καυτανζόγλειο με γκολ του Αλεξιάδη, αλλά και το θάνατο του Λόραντ μέσα στο γήπεδο. Οι χαρές είναι περισσότερες. Θυμάμαι τη νίκη στο Χαριλάου με τα γκολ του Αποστολίδη, τις προκρίσεις με τη Λέγκια, αλλά και την Άρσεναλ, το πρωτάθλημα με τη νίκη επί της ΑΕΚ στο αλησμόνητο ματς με το γκολ του Γκουερίνο.
-Πρόσφατες συγκινήσεις μπορείτε να αναφέρετε;
Ναι. Την περσινή νίκη επί του Ολυμπιακού στο Καραϊσκάκη και την φετινή κατάκτηση του Κυπέλλου.
– Για το γήπεδο του ΠΑΟΚ, τι έχετε να πείτε;
Το γήπεδο, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει να πάει ανατολικά. Αν αποφασισθεί να μεταφερθεί η έδρα του ΠΑΟΚ και να μη μείνει στην Τούμπα πρέπει να πάει δυτικά. Η δύναμη της ομάδας είναι δυτικά. Όποιος κάνει βόλτα όταν γίνεται ένα παιχνίδι του ΠΑΟΚ και δει τι γίνεται στα καφενεία και τις καφετέριες εκεί, θα το καταλάβει εύκολα.Χώροι υπάρχουν. Μια λύση θα ήταν τμήμα του στρατοπέδου Καρατάσου. Να βρεθεί λύση ώστε να έχει μεγάλο όφελος η τοπική κοινωνία. Το γήπεδο μπορεί να γίνει ένας ακόμη πόλος ανάπτυξης για τη Δυτική Θεσσαλονίκη. Η πολιτεία, ο Δήμος και ο ΠΑΟΚ να βρουν, λοιπόν, τη βέλτιστη λύση.Πιστεύω, όμως, ότι ο χώρος που βρίσκεται τώρα το γήπεδο πρέπει να αξιοποιηθεί ώστε να αποτελέσει επίσης έναν πόλο ανάπτυξης για την Τούμπα και την αγορά γύρω από το γήπεδο που ζει στην κυριολεξία σήμερα από τους αγώνες του ΠΑΟΚ. Μπορεί, παραδείγματος χάριν, να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο αθλητικό κέντρο που θα προσελκύει εκατοντάδες ανθρώπους κάθε μέρα.
-Πώς βλέπετε γενικά το ποδόσφαιρο στην Θεσσαλονίκη;
Χωρίς τον Άρη, τον Ηρακλή, την Καλαμαριά, αλλά και τον Μακεδονικό ακόμη στην πρώτη εθνική θα είμαστε ποδοσφαιρικά φτωχοί. Δεν μπορεί ο ΠΑΟΚ να πηγαίνει στην Αθήνα να παίξει κάθε χρόνο πολλαπλάσια παιχνίδια και ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ να ανεβαίνουν στη Θεσσαλονίκη μια φορά. Γι’ αυτό διαφωνώ με τις φράσεις «όλη η πόλη μια ομάδα» ή «εκεί – εκεί στη Β΄ Εθνική».
– Πείτε μας λίγα λόγια για το Παραλιακό Μέτωπο.
Η παραλία μας δεν πρέπει να είναι μόνο για περίπατο, αλλά πρέπει να περιλαμβάνει μαρίνες και θαλάσσιες εγκαταστάσεις άθλησης και ψυχαγωγίας. Αναλαμβάνω πρωτοβουλία για το θαλάσσιο μέτωπο και στο πλαίσιο αυτό θα πραγματοποιηθεί σχετική εκδήλωση στην Καλαμαριά στις 26 Ιουνίου, στις 7 το απόγευμα. Σε λίγα χρόνια πρέπει από την περιφερειακή να μη βλέπουμε το μπλε της θάλασσας, αλλά πανιά ιστιοπλοϊκών σκαφών και κότερα. Τέτοιες δράσεις επιθυμώ να αναληφθούν στην πόλη μου.
– Γιατί Νέα Δημοκρατία, κ. Σιμόπουλε;
Η μεγαλύτερη σήμερα γάγγραινα στη χώρα μας είναι η ανεργία στον ιδιωτικό τομέα. Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη πορεύεται με σύνθημα «Δουλειές, δουλειές, δουλειές». Ως ελεύθερος επαγγελματίας με 30 χρόνια δραστηριότητα θέλω να συμβάλλω σ’ αυτήν την προσπάθεια, για μείωση της ανεργίας.
– Με τι θέλετε να κλείσουμε τη συνέντευξη κ. Σιμόπουλε;
Θα ήθελα να προτρέψω τους γονείς να δημιουργούν φιλάθλους και όχι οπαδούς. Να εμφυσήσουν στα παιδιά τους την αγάπη για την ομάδα τους, αλλά ταυτόχρονα να χαίρονται τον αγώνα. Σημαντικό είναι, επίσης, να τα οδηγούν και προς τον ερασιτεχνικό αθλητισμό που ειδικά στο ποδόσφαιρο στη Θεσσαλονίκη είναι πολύ ανεπτυγμένος. Ο αθλητισμός θα τους ακολουθεί πάντα, ως φιλάθλους, ως ερασιτέχνες αθλητές και σε μεγαλύτερες ηλικίες ως αθλητές που θα παίζουν με φίλους, ή ακόμη – ακόμη ως περιπατητές.