Ισχυρίζομαι από πέρσι ακόμη, ότι το σενάριο που δουλεύει ο κ. Τσίπρας δεν προβλέπει εκλογές πριν από τον Σεπτέμβριο του 2018.
Μέχρι τώρα δικαιώνομαι, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζω ότι η πολιτική δεν είναι γραμμική και σ’ αυτήν ό, τι δεν φέρνει η ώρα τα φέρνει ο χρόνος και αντίθετα.
Πού βάσιζα και βασίζω, λοιπόν, αυτήν την άποψη;
Κυρίως, στην απλοϊκή προσέγγιση ότι καμία νεοεκλεγείσα σχετικά Κυβέρνηση δεν κάνει εκλογές για να τις χάσει πανηγυρικά και μάλιστα όταν έχει αποδείξει πως είναι έτοιμη να θυσιάσει τα πάντα αρκεί να μη χάσει την εξουσία.
Σε όσους ισχυρίζονται πως έτσι κινδυνεύει ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει την κατάληξη του ΠΑΣΟΚ θα απαντήσω, όσο και αν αυτό δε μας βολεύει εμάς στη Νέα Δημοκρατία, ότι τέτοιο κίνδυνο δεν διατρέχει.
Η πεποίθησή μου αυτή βασίζεται σε μια σειρά από μεμονωμένες κυβερνητικές δράσεις, αλλά και απόψεις στελεχών που αθροίζουν ετερόκλητες δυνάμεις με βάση ένα καλοδουλεμένο σχέδιο.
Το σχέδιο αυτό, προς το παρόν, περιλαμβάνει από την «επίθεση» στο Άγιο Φως, τη Θρησκειολογία στα σχολεία, το νομοσχέδιο για τις αποφυλακίσεις, το ελεύθερο κάμπινγκ, τις καταλήψεις δημόσιων χώρων, την προσπάθεια ώστε στα ιδιωτικά σχολεία οι σχέσεις εργασίας των εκπαιδευτικών να είναι όπως στα δημόσια και την χαλαρή αντιμετώπιση της βίας των αναρχικών έως την αντιμετώπιση των οικονομικών προσφύγων σαν να είναι πρόσφυγες πολέμου, τις εκλογές για την επιλογή διευθυντών στα σχολεία και την καταδίκη της αριστείας. Φυσικά, θα δούμε η προσπάθεια αυτή να εξελίσσεται και σε άλλα πεδία, κυρίως θεσμικού χαρακτήρα.
Όλα τα παραπάνω αφορούν διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, που βάζουν αυτά τα θέματα ως προτεραιότητα, επικροτούν την κυβερνητική προσέγγιση και βάζουν σε δεύτερη μοίρα την οικονομική κατάσταση της χώρας, τα μνημόνια, την ανεργία ή την ασφάλεια.
Εδώ οφείλουμε να προσθέσουμε και τις ομάδες που θέλγονται από τις επισκέψεις Τσίπρα στο Μουσείο Μπελογιάννη, στο Μνημείο Εθνικής Αντίστασης στα Τέμπη και σε επικοινωνιακές κινήσεις, όπως ήταν οι πρόσφατες ονοματοδοσίες στις σήραγγες των μεγάλων αυτοκινητοδρόμων.
Όσον αφορά επιπλέον στην άποψη ότι μετά τις γερμανικές εκλογές οι ξένοι θα τον «τελειώσουν», θα αντιτάξω μια άλλη που ισχυρίζεται, ότι μόνο μια Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα εκχωρούσε την περιουσία της χώρας για 100 χρόνια και ότι μόνο μια τέτοια Κυβέρνηση πουλάει δημόσια περιουσία αφού την απαξιώσει (ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΔΕΗ και ΟΛΘ).
Σύμφωνα, λοιπόν, με την δική μου ανάλυση ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κινδυνεύει έως τις επόμενες εκλογές να έχει δημοσκοπικά την τύχη του ΠΑΣΟΚ, ποσοστά δηλαδή γύρω στο 6%, ενώ χρειάζεται χρόνο για να συνεχίσει και άλλες θεσμικές παρεμβάσεις, χωρίς άμεσο οικονομικό περιεχόμενο. Τέτοιες είναι και ο τρόπος εκλογής Δημάρχων, Πρυτανικών Αρχών ή ακόμη και των Προέδρων των Επιμελητηρίων, ώστε και στους χώρους αυτούς να μπορέσει να δημιουργήσει τα δικά του στελέχη.
Τέλος, μην ξεχνάμε ότι όσο περνάει ο χρόνος τόσο περισσότερους θα διορίζει στο δημόσιο, χωρίς την παραμικρή αξιοκρατική διαδικασία, με συνθήκες που θα θυμίζουν τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Κερδίζει λοιπόν, χρόνο, ελπίζοντας να ανακάμψει δημοσκοπικά σε ένα χρόνο παρουσιάζοντας ως μέγα επίτευγμα μια έξοδο στις αγορές, την οποία βέβαια η «κακή» Κυβέρνηση Σαμαρά είχε ήδη από τις αρχές του 2015 προγραμματισμένη.
Επειδή, τέλος, θα χάσει ό, τι και να γίνει τις επόμενες εκλογές θέλει να πραγματοποιηθούν όσο το δυνατόν αργότερα και πιο κοντά στις αρχές του 2020, όταν θα έχουμε εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, την οποία θα επιδιώξει να μπλοκάρει και να έχουμε εκλογές μετά, με απλή μάλιστα αναλογική.
Συνοψίζοντας, θα έλεγα ότι το στοίχημα στη Νέα Δημοκρατία δεν βρίσκεται, πλέον, στην περαιτέρω πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στη δική της άνοδο, με αιχμή τις θέσεις της για τη μείωση της ανεργίας, την ασφάλεια, την υγεία, την παιδεία και κυρίως τη συγκεκριμενοποίηση των μεταρρυθμίσεων στο κράτος.
Πιστεύω ότι στις επόμενες εκλογές θα δούμε ποσοστά δικομματισμού όπως πριν το 2009 με τη Νέα Δημοκρατία να είναι πολύ ψηλά και αυτοδύναμη και τον ΣΥΡΙΖΑ πολύ πίσω, με διαφορά, αλλά όχι καταβαραθρωμένο.
Οφείλω, πάντως, να τονίσω ότι συχνά οι αναλύσεις και οι προβλέψεις πέφτουν έξω και δεν διεκδικώ, με τίποτα, τον τίτλο του προφήτη. Αντίθετα, αν τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές ο κ. Τσίπρας είτε αντιλαμβανόμενος την περιπέτεια στην οποία έχει βάλει την χώρα (κάτι πολύ δύσκολο) είτε αναγκασμένος από την προφανή κυβερνητική αδυναμία, πηγαίνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να ζητήσει εκλογές δεν θα εκπλαγώ καθόλου.