ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ; ΝΑΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ
Σχέδιο, πολιτική βούληση, υπομονή και δουλειά, είναι τα συστατικά στοιχεία της «συνταγής» ανάπτυξης για τη Θεσσαλονίκη, τη Βόρεια Ελλάδα και πιστεύω για όλη τη χώρα.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η ανάπτυξη δεν έρχεται με συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων, παράλληλα με το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων.
Η Θεσσαλονίκη και η γενικότερη κατάσταση στην πόλη μας είναι δυστυχώς μία μικρογραφία του ευρύτερου τοπίου. Απουσία σχεδίου, κοντόφθαλμη στρατηγική, εγωισμός και συμφεροντολογική προσέγγιση χαρακτηρίζει τις προσπάθειες ανάπτυξης στην πόλη μας, σε συνδυασμό με τις εκθέσεις ιδεών των περιβόητων master plan και των επικοινωνιακών πυροτεχνημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Το λιμάνι αποτελεί έναν κρίκο, ο οποίος έρχεται να προστεθεί δίπλα στα υπόλοιπα πλεονεκτήματα της Θεσσαλονίκης, όπως είναι η γεωγραφική της θέση, το παραλιακό μέτωπο, οι τουριστικές προοπτικές και ο πρωτογενής τομέας της ευρύτερης περιοχής μας.
Αβίαστα και χωρίς κάποιος να έχει μπροστά του ένα master plan μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα πως η Θεσσαλονίκη έχει όλα τα φόντα για να αναδειχθεί σε έναν κόμβο συνδυασμένων μεταφορών. Να διαδραματίσει η πόλη μας και η Βόρεια Ελλάδα για την Ν.Α. Ευρώπη ότι αποτελεί η Ολλανδία και το Ρότερνταμ για τη βορειοδυτική Ευρώπη.
Μία Θεσσαλονίκη-κόμβος συνδυασμένων μεταφορών που αξιοποιεί την Εγνατία Οδό, η οποία έχει σχεδόν ολοκληρωθεί (απομένουν μόνο δύο κάθετοι οδικοί άξονες) και τα αναβαθμισμένα λιμάνια Ηγουμενίτσας, Καβάλας και Αλεξανδρούπολης.
Στο ίδιο πεδίο εντάσσω τις δυνατότητες που προκύπτουν από την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και ασφαλώς από τον νόμο του 2014 που επιτέλους προώθησε η σημερινή Κυβέρνηση για την προσέλκυση επενδύσεων εφοδιαστικής αλυσίδας, έτσι ώστε να σχηματοποιηθεί ένα κατάλληλο πλαίσιο για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων.
Η πόλη έχει και άλλη «προίκα» προς αυτή την κατεύθυνση, όπως είναι το σχέδιο μετατροπής του στρατοπέδου Γκόνου σε διαμετακομιστικό κέντρο, ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου (ηλεκτροκίνηση για τον Προμαχώνα και σιδηροδρομική Εγνατία) και η ολοκλήρωση της επέκτασης του αεροδιαδρόμου στο αεροδρόμιο «Μακεδονία».
Οι αναπτυξιακές προοπτικές ενισχύονται από το θαλάσσιο μέτωπο της πόλης, που όμοιό του ελάχιστες πόλεις διαθέτουν σε όλον τον κόσμο και το οποίο παραμένει αναξιοποίητο, ενώ μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις και να δημιουργηθούν πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Μαρίνες, πλωτές υποδομές αναψυχής και διεθνείς αθλητικές δράσεις και όλα αυτά με σεβασμό στο περιβάλλον και στην ανάγκη των κατοίκων της πόλης να διατηρήσουν την «διέξοδο» τους προς την θάλασσα, έχουν βρει εφαρμογή εδώ και πολλές δεκαετίες σε άλλα αστικά κέντρα του εξωτερικού με θαλάσσιο μέτωπο.
Η σχέση της Θεσσαλονίκης με την θάλασσα αποτελεί αφορμή και κίνητρο για ανάπτυξη πλήθους δορυφορικών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, οι οποίες ακόμη φαντάζουν «εξωτικές» για την πόλη και τη χώρα μας.
Στο πεδίο του ιατρικού τουρισμού, τα κέντρα αιμοκάθαρσης στο εξωτερικό μπορούν να λειτουργούν και μέσα σε ξενοδοχεία. Εδώ δεν είναι εφικτό κάτι τέτοιο, παρόλο που είναι προφανές πως τέτοιες υποδομές μπορούν να ανθήσουν αρκεί να υπάρχει το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, ένα «επιθετικό» marketing και πολιτική βούληση, προκειμένου να ξεπεραστούν αγκυλώσεις και συντεχνιακές νοοτροπίες.
Οι τελευταίες είναι αυτές που πολλές φορές αποτέλεσαν εμπόδιο, προκειμένου τα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, που είναι η μεγαλύτερη Πανεπιστημιούπολη των Βαλκανίων, να λειτουργήσουν ως κύτταρα καινοτομίας και να συνδέσουν την έρευνα, την παραγωγή και την αγορά.
Στο κομμάτι της καινοτομίας, η πόλη επί πολλά χρόνια συζητά για την Ζώνη Καινοτομίας, η οποία μπορεί να έχει το κέντρο της ανατολικά, αλλά έχει την δυνατότητα να αξιοποιήσει και δεκάδες άδεια κτιριακά συγκροτήματα σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα.
Υπάρχουν, όμως, και περιοχές στη Θεσσαλονίκη, όπως είναι η περιοχή γύρω από τη Λέοντος Σοφού και την Πτολεμαίων, που παλαιότερα έσφυζαν από ζωή, αλλά τώρα βιώνουν την εγκατάλειψη. Αυτές οι περιοχές του αστικού ιστού με σχέδιο, υπομονή και αξιοποιώντας και κεφάλαια των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, μπορούν σταδιακά να αναπλασθούν.
Μεγάλης κλίμακας ανάπλαση χρειάζεται και το εκθεσιακό κέντρο της Θεσσαλονίκης, όπου είναι προφανές πως έφτασε η ώρα να προσελκυσθεί ένας ιδιώτης επενδυτής με εκθεσιακή τεχνογνωσία και κεφάλαια.
Στην Ελλάδα, συνήθως, οι λίγοι μπλοκάρουν ό,τι ωφελεί τους πολλούς παραβλέποντας ότι κάποια στιγμή θα βρεθούν και οι ίδιοι μέσα στους πολλούς. Από αυτήν τη νοοτροπία πρέπει να απαλλαγούμε με δουλειά και μεταρρυθμίσεις, ώστε η χώρα και, βέβαια, η Θεσσαλονίκη να γνωρίσει περίοδο θεαματικής ανάπτυξης και μείωσης της ανεργίας.