Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, «εκεί που μας χρωστούσαν, μας πήραν και το βόδι» από αυτήν την πλευρά της Αίθουσας και αναφέρομαι κυρίως στον τρόπο με τον οποίο άκουσα να αναφέρονται στο Υπερταμείο οι εκπρόσωποι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τους θυμίζω ότι όταν ανέλαβαν την εξουσία η ιστορία στην οποία αναφέρθηκαν είχε γι’ αυτούς τις σελίδες τις λευκές, τις γέμισαν με μεγάλες
αποτυχίες, με κορωνίδα των αποτυχιών τους το περίφημο Υπερταμείο. Και έρχονται τώρα και ζητούν από την παρούσα Κυβέρνηση -ή μάλλον θέλουν να μην ψηφίσουν- μία διαδικασία που ουσιαστικά σιγά, σιγά αποδεσμεύεται από τα δεσμά στα οποία επέβαλλαν την κρατική περιουσία οι ίδιοι.
Αυτό μου θυμίζει –μάλλον, θα το έλεγα καλύτερα- τον ελληνικό λαό ως ιδιοκτήτη που ορίζει έναν διαχειριστή, ο οποίος τις ιδιοκτησίες τις βαραίνει με πάρα πολλά χρέη και υποθήκες, μετά αλλάζει τον διαχειριστή, ο διαχειριστής κάνει κινήσεις ώστε να ελαφρύνει αυτά τα χρέη και τις υποθήκες και ο προηγούμενος διαχειριστής έρχεται και διαφωνεί και κατηγορεί μάλιστα τον σημερινό διαχειριστή σε υψηλούς τόνους. Διαφωνείτε και με το ταμείο. Μα, η Ελλάδα χρειάζεται ένα ταμείο αναπτυξιακό πολύ μεγάλο. Είναι γεγονός ότι το funding στην Ελλάδα και μάλιστα από δημόσιους φορείς είναι διασπασμένο. Μπορεί να είναι μια πρώτη αρχή, να αποκτήσουμε ένα μεγάλο ταμείο με μία κεντρική αρχή, το οποίο θα μπορεί πραγματικά μέσα από ευέλικτες διαδικασίες να προχωρά και να χρηματοδοτεί δράσεις σε όλη την Ελλάδα και κυρίως σε τομείς τους οποίους χρειαζόμαστε, όπως είναι η πράσινη μετάβαση ή ψηφιακός μετασχηματισμός.
Μιλάει ο Υπουργός για οκτώ μικρές ΔΕΗ. Ναι, η ΔΕΗ σήμερα είναι ένα θαύμα, αν συγκρίνεις την κατάσταση στην οποία βρισκόταν με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα. Και μην γελάτε, γιατί και εσείς είχατε ευθύνη στη διακυβέρνηση του 2015 – 2019 γιατί και εσείς, το κόμμα σας, ήσασταν συμμέτοχοι σε αυτό που λέμε υπερδέσμευση της περιουσίας του ελληνικού λαού. Έρχομαι λοιπόν σε αυτό το οποίο έλεγα για τη μικρή ΔΕΗ. Ναι, η ΔΕΗ είναι ένα θαύμα και «ναι» πρέπει πραγματικά να έχουμε τη δυνατότητα στις δημόσιες επιχειρήσεις να μπορούμε να προσελκύουμε ανθρώπους από την αγορά οι οποίοι θα
αμείβονται και ανάλογα. Αυτό δεν είναι καθόλου κακό. Το ίδιο κάνουμε εδώ και χρόνια – αν θέλετε να μάθετε- με τη ΔΕΘ στη Θεσσαλονίκη που, ειρήσθω εν παρόδω, κύριε Υπουργέ και κυρίες και κύριοι, ήδη έχει περάσει από το διοικητικό της συμβούλιο η Σύμβαση με το ΤΑΙΠΕΔ, ώστε με το ΤΑΙΠΕΔ Σύμβουλο να προχωρήσει η ανάπλαση της, μια ανάπλαση την οποία χρειάζεται όλη η Θεσσαλονίκη και μάλιστα χωρίς να φεύγει από τα χέρια της πολιτείας -αν θέλετε- ή των φορέων το εκθεσιακό έργο.
Στην ίδια κατηγορία θα βάλω και την κεντρική αγορά Θεσσαλονίκης, τη λαχαναγορά. Εκεί υπάρχει μια τάση να συνενωθεί με την αγορά της Αθήνας. Αυτό θα ήθελα να το ξαναδεί το Υπουργείο. Η κεντρική αγορά Θεσσαλονίκης βλέπει προς βορρά, ο κύριος όγκος των πωλήσεων της είναι στα βόρεια, στα βαλκάνια, έχει άλλη κατεύθυνση. Πιθανώς, λοιπόν, αυτή η συνένωση να μην είναι επ’ ωφελεία και των δύο
αγορών. Συνεχίζοντας, πάλι για τη ΔΕΗ, θέλω να τονίσω κάτι που θεωρώ σημαντικό γιατί εδώ μεγεθύνεται. Ναι, η παρούσα Κυβέρνηση όσον αφορά στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ουσιαστικά, φορολόγησε τα υπερκέρδη. Θέλετε να λέγεται φόρος για ιδεολογικούς λόγους; Μα, δημιουργήθηκε ένας μηχανισμός μέσα από τον οποίο 5 δισεκατομμύρια ευρώ κατευθύνθηκαν προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Επίσης, αυτό που άκουσα ότι ζητείται πίσω ένα τμήμα, είναι ουσιαστικά ένα μέρος της αλήθειας, γιατί από τα 800 εκατομμύρια ζητούνται από κάποιες επιχειρήσεις ένα σύνολο περίπου τριών εκατομμυρίων. Προσωπικά θεωρώ ότι πρέπει να βρεθεί μια λύση ώστε να μην ζητούνται πίσω αυτά τα τρία εκατομμύρια.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μιλάμε για μία Κυβέρνηση η οποία προσπαθεί με όλες της τις δυνάμεις να συνδυάσει τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα, που πολλές έχουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα, κάποιες από αυτές έχουν και βραχυπρόθεσμο, αλλά ταυτόχρονα με την βελτίωση και της καθημερινότητας των πολιτών. Γιατί η πολιτική έχει νόημα μόνο όταν καταφέρνουμε να βελτιώνουμε το επίπεδο των πολιτών, το οποίο δεν είναι μόνο οικονομικό -είναι και οικονομικό- αλλά μπορεί να είναι πολιτιστικό, μπορεί να είναι σε θέματα ασφάλειας, μπορεί να είναι σε θέματα υγείας και άλλα.