«Από τη στιγμή που οι εκλογές ξεκίνησαν να γίνονται με καθολική ψηφοφορία το όνειρο, της νομοτελειακά μάλιστα επικράτησης σύμφωνα με τη μαρξιστική θεωρία της λαϊκής επανάστασης, έσβησε οριστικά».
Το Κ.Κ.Ε. αδυνατεί να κατανοήσει το νόημα της προηγούμενης φράσης, μία φράση που κατανόησε ο Κωνσταντίνο Καραμανλής και το νομιμοποίησε το 1974, στο ξεκίνημα της μεταπολίτευσης.
Από τότε, όμως, και για 45 χρόνια, ένα κόμμα ευρισκόμενο στη λάθος πλευρά της ιστορίας, προσκολλημένο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, καταφέρνει συνεχώς να διαδραματίζει, δυσανάλογα σημαντικό και αναντίστοιχο με την εκλογική του επιρροή, πολιτικό ρόλο.
Κύρια ευθύνη για την ανισορροπία αυτή έχουν οι κοινωνικές και πολιτικές αστικές δυνάμεις, οι οποίες αν και ο υπαρκτός σοσιαλισμός κατέρρευσε από κάθε άποψη μαζί με το τείχος του Βερολίνου, αντιμετώπισαν φοβικά ή δεν αντιμετώπισαν καθόλου τις αναχρονιστικές ιδέες του και, κυρίως, δεν απέκρουσαν θεσμικά την προσπάθειά του να ποδηγετήσει το συνδικαλιστικό κίνημα. Έφταναν, μάλιστα, στο σημείο να ζητούν έμμεσα και πιστοποιητικά δημοκρατικής νομιμοφροσύνης από ένα κόμμα που στον πυρήνα της στρατηγικής του είχε και έχει την κατάλυση της αστικής δημοκρατίας.
Παράλληλα, όμως, προέκυψε το 1989 και η αναγκαία λόγω των τότε συγκυριών Οικουμενική Κυβέρνηση, η οποία κατά τη γνώμη μου στοίχειωσε ως φάντασμα το πολιτικό σκηνικό. Η Οικουμενική αποτέλεσε όχι μόνο τη μήτρα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και απενοχοποίησε στα μάτια ορισμένων πρωτοκλασάτων πολιτικών στελεχών της κεντροδεξιάς, όσα κομμουνιστογενή στελέχη συμμετείχαν στη σύνθεσή της.
Θυμίζω την περίπτωση υπουργού της Οικουμενικής από το χώρο της αριστεράς, ο οποίος στις κρίσιμες στιγμές, ως πολιτικός αρχηγός, τίναξε στον αέρα την Κυβέρνηση Σαμαρά αφενός με την αποχώρηση του κόμματός του από τη συγκυβέρνηση και αφετέρου στην διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας το 2015.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί, επίσης, η περίπτωση ενός άλλου στελέχους της Οικουμενικής που ενώ έφτιαξε τότε ένα «σοβαρό και ήπιο προφίλ» μετετράπη μετά σε στυλοβάτη της καταστρεπτικής οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Να σημειώσω ότι το συγκεκριμένο στέλεχος έχασε την αρχηγία του ΚΚΕ για λίγους ψήφους και μετά αποχώρησε.
Μια λίγο πιο “light” εκδοχή ήταν έως σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ (στο μέλλον δεν ξέρω..). Κομμουνιστογενής είναι ο πυρήνας της ηγετικής του ομάδος και γι’ αυτό διέπεται από τον κρατισμό στην οικονομία και τον αυταρχισμό στην άσκηση της εξουσίας.
Ο αστικός κόσμος που δείλιαζε για 45 χρόνια αντιδρά πλέον με πράξεις. Από την άρση του καμποτάζ της Κυβέρνησης Σαμαρά, η οποία «ξεδόντιασε» τους συνδικαλισταράδες του ΚΚΕ στα κρουαζιερόπλοια, περνάμε τώρα με το αναπτυξιακό νομοσχέδιο στην καταγραφή των συνδικαλιστικών οργανώσεων και στην ηλεκτρονική ψηφοφορία στα συνδικάτα.
Λογικό είναι να αντιδρά το ΚΚΕ. Χάνει ένα μοναδικό προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης με κύρια θύματα του «πολλούς» και «σιωπηλούς» πολίτες.
Γι’ αυτό προκαλεί τις απεργίες. Γι’ αυτό θα συνεχίσει να πολεμά με λύσσα τις μεταρρυθμίσεις.
Οι ιδέες του ΚΚΕ και οι συνοδοιπόροι του ανήκουν στο περιθώριο της ιστορίας.
Οι σπασμοί αυτής της πραγματικότητας έγιναν φανεροί στα επεισόδια μπροστά στο άγαλμα Τρούμαν, το κύριο σύμβολο της αποτυχίας του να δέσει στα δεσμά του κομμουνισμού την Ελλάδα.
Η αντιπαράθεση του αστικού κόσμου με το ΚΚΕ πρέπει να γίνεται χωρίς εκπτώσεις , αλλά με όρους του 2020 και όχι του 1945.
Πολύ λίγο ενδιαφέρει σήμερα αν το ΚΚΕ ζητήσει συγνώμη για το 1945. Δεν τη θεωρώ καθόλου απαραίτητη για την πορεία της χώρας. Απαραίτητες θεωρώ ενέργειες θεσμικές, δημοκρατικές, συνταγματικά άψογες, χωρίς φοβικά σύνδρομα με κύριο στόχο τη δημιουργία, πολλών και καλών νέων θέσεων εργασίας, όπως μεθοδικά κάνει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Επιτελούς, το φάντασμα της Οικουμενικής δεν πρέπει να συνεχίζει να μας στοιχειώνει.